Στράτων' — Στράτωνα , Στράτων masc acc sg Στράτωνι , Στράτων masc dat sg Στράτωνε , Στράτων masc nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτων — Στράτος masc gen pl Στράτων masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αρχαίος φιλόσοφος από τη Λάμψακο, γιος του Αρκεσίλαου, που άκμασε κατά τον 3o αι. π.Χ. Ο Σ. επιδόθηκε, παράλληλα με τη φιλοσοφία, και με τη μελέτη της φυσικής. Ο Σ. ήταν μαθητής του φιλόσοφου Θεόφραστου, τον οποίο… … Dictionary of Greek
στράτων — στρατάω% 2 imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) στρατάω% 2 imperf ind act 1st sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Стратон греческий эпиграмматический поэт — (Στράτων) родом из Сард, живший при императоре Адриане или вскоре после него. От С. дошел сборник эпиграмм о любви к красивым мальчикам (Μούσα παιδική), лежащий в основе XII книги Палатинской Антологии (94 эпиграммы из 258). Любовь, воспеваемая С … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Стратон, греческий эпиграмматический поэт — (Στράτων) родом из Сард, живший при императоре Адриане или вскоре после него. От С. дошел сборник эпиграмм о любви к красивым мальчикам (Μούσα παιδική), лежащий в основе XII книги Палатинской Антологии (94 эпиграммы из 258). Любовь, воспеваемая С … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Στράτωνα — Στράτων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτωνες — Στράτων masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτωνι — Στράτων masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτωνος — Στράτων masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)